|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μπογιάντισμα? — — πηγαινοερχομός — ισχυρογνωμοσύνη — πάχος — ακάρφωτος — γιαχνί — σαπουνόπερα — υπουργοποιούμαι — μεταλλάζω — κοινωφελία — μεταλλόπλυση — εξωγαμία — φωκιάζω — ψίλωση — ζητω — ερευνητής — ξεπαρθενεύω — πισινός — βαλτζής — διαλεχτός — πλατύβαθρο — παραφυλάω |
|||