|
η партнерша или дама (в танцах) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово партнерша? — συγχορεύτρια как на (ново)греческом будет слово дама? — συγχορεύτρια как с (ново)греческого переводится слово συγχορεύτρια? — партнерша, дама — σκαθάρι — επισώρευση — κειμήλιο — σκύλος — βαρίτης — στολίζω — μεσότοιχος — ανημέρωτος — ετερότης — ζωοβένθος — ακαλαφάτιστος — θαυμασμός — μπαταλεύω — υποβρυχίως — σκοντάπτω — δυσηλεκτραγωγός — προσκέφαλο — πώρος — ελαφροπαρμένος — πολφεκτομή — ζωομορφία |
|||