|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово εφαρμοστέος? — — τυπολάτρης — συμφιλία — εκβοτρυωτής — εργολαβικός — υπόθεση — αληταρία — απολυτοκρατία — οργανικά — μεταχειρίζομαι — παραωριμάζω — σταθμοδείκτης — ανακαούρα — απολιθώνω — ιθύνοντας — ζέβω — αψυώνω — βουνιά — ήττα — παρεγκεφαλίτιδα — τιμητικός — σύγκειμαι |
|||