Новогреческий словарь
λυκειακός
λυκειακός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
λυκειακός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αναισθητικός
—
γαντώνομαι
—
μανκάρω
—
καταχείμωνο
—
ενδοκυτταρικός
—
καλογραία
—
καταφέρω
—
αποταμιεύω
—
φοροδοτικός
—
ωοθηκίνη
—
γνώση
—
σαρκοβόρος
—
διότι
—
Ζευς
—
γλυμίζω
—
μούφα
—
χηριός
—
αναγκαστικά
—
πενταετής
—
κοστίζω
—
αντιλακτίζομαι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,