γυναικότης

формы словаβ
γυναικότης
(-ητος) ο женственность



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово женственность? — γυναικότης
как с (ново)греческого переводится слово γυναικότης? — женственность


μητράδελφοςαποσκυβαλισμένοςμυγιάζομαικτηνάνθρωποςβολάζωαυτοβδελυγμίακαθελκύωγερανοφόροςΜαυρομάτηςκατάπρυμοςαμάγγωτοςοπουδήποτεπτύσιμονολοχρονίςμουσκάριβιβλιολατρείαΑϊδημήτριάτηςλακκούβανοσφισμόςκαταιονισμόςαποσαπίζω




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit