|
η железистый источник #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово железистый источник? — σιδηροπηγή как с (ново)греческого переводится слово σιδηροπηγή? — железистый источник — αχός — άλτ! — πρωτομαγέρισσα — πυράκτωση — επισκοπώ — φιλλανδικός — αλφαδιά — απειργασμένος — αυτόνομα — πεντηκοστιανοί — σπλαχνιά — ακριβοζυγιασμένος — Ψηλορείτης — ιάνθινος — φραντζέζικος — αυτοσχεδιασμός — λυντσάρισμα — αξόφλητος — χλιαρός — φίνος — σιδηρούχος |
|||