|
ο королёк (птица) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово королёк? — βασιλάκης как с (ново)греческого переводится слово βασιλάκης? — королёк — ατρακτοειδής — φαρμακοτεχνικός — ανάλλαγα — ξεπεσμός — ενοίκηση — πισσαλείφω — μεταδοτήρας — ζαχαρολέμονο — σιγοβράζω — μακαρόνι — χρηματιστικός — εικόνα — αρχοντοπαίδι — σουβλερός — έκπαλσι — χειροτερεύμα — λιμενίζω — μιτάρι — μικροφαράδ — φιλτράρω — απειράγαθος |
|||