Новогреческий словарь
βασιλάκης
βασιλάκης
ο
королёк
(птица)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
королёк
? —
βασιλάκης
как с
(ново)греческого
переводится слово
βασιλάκης
? — королёк
#
(ново)греческий словарь
—
καθεύδω
—
χαλκογραφικός
—
υπογλυχαιμία
—
υψιπέτης
—
φιλελεύθερος
—
αμμωρυχείο
—
οικτρός
—
συνταξιδιώτης
—
αναδασωτέος
—
άπρακτος
—
ζηλωτής
—
μέλημα
—
ασημικά
—
δαδιάζω
—
οστρακόδερμα
—
φυλλαράκι
—
κούρσευμα
—
νιτροβάμβαξ
—
εξασθενητικός
—
φλεμόνι
—
χούμος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω