Новогреческий словарь
αύτανδρος
αύτανδρ|ος
вместе со всеми людьми
(о затонувшем судне);
η λέμβος εβυθίσθη ~ — [phrase]лодка погибла вместе с людьми[/phrase]
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
вместе со всеми людьми
? —
αύτανδρος
как с
(ново)греческого
переводится слово
αύτανδρος
? — вместе со всеми людьми
#
(ново)греческий словарь
—
νωθρότητα
—
τάξη
—
δυσκινησία
—
ζαλικωμένος
—
διαστημόμετρο
—
ανειδοποίητος
—
εμπροστέλλα
—
σπαυδαιοφανής
—
επαίρομαι
—
ανελαστικότητα
—
μελισσοτόπι
—
καθοριστικός
—
λαχανόζουμο
—
ιερότητα
—
παλάντζα
—
ζωγράφα
—
εφύγρανση
—
αλασκάριστος
—
Σταυρούλα
—
σκουπιδαρειό
—
άτρεπτος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,