|
совсем чужой #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово совсем чужой? — πεντάξενος как с (ново)греческого переводится слово πεντάξενος? — совсем чужой — γαλακτοζύγιο — ακαταρτισία — αντεγκληματώ — αγγρκρώνω — χρηματοδότηση — γκανίζω — φουρνίζω — Ερατώ — άδικοθανατω — ποδηλατάδικο — απαιδευσία — ρετσίνα — επιτροπή — εξασθένιση — θρεπτικότητα — νεροπρίονο — καταγραφέας — Κιργισία — ανάκλαστος — βούβα — πονήρευμα |
|||