|
η нумизматика #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово нумизматика? — νομισματική как с (ново)греческого переводится слово νομισματική? — нумизматика — επιείκεια — δαμασκωτός — βαϊόκλαρο — τεϊοδόχη — υπεκφυγή — λαγαρά — ιεραρχικώς — σερίφης — συσπουδάστρια — ανάδευμα — ελώδης — χρυσόψαρο — θαλασσοχελώνα — σάκα — κοφινιάζω — κλαψούρισμα — άφραχτος — τεντυμπόϋς — λεπτουργής — νυχτιάτικα — ανθρωποσφαγείο |
|||