|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово οιστρηλατούμαι? — — ξαναβάζω — μεταρσιωτικός — φεγγαρόφωτος — γλυκάδα — τρόχαλο — νηφαλιότητα — ασχημογυναίκα — διπόντες — ξεδιψάω — ξεπικρίζω — απόχρεμψη — γυμνοπόδαρος — προσδένω — κουρώ — ωογένεση — καθορώ — τερατώδης — εγκεφαλικότητα — βραδινό — χοληστερίνη — οριζόντιος |
|||