|
η рисовка, позёрство #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово рисовка? — αυτοεπίδειξη как на (ново)греческом будет слово позёрство? — αυτοεπίδειξη как с (ново)греческого переводится слово αυτοεπίδειξη? — рисовка, позёрство — ελατόπισσα — παρεστώς — θρεφτάρι — μεγαλωμένος — σμίλευση — στιγματίζω — παγοκύστη — δίκυρτος — μπατσονόμος — ζενιθιακός — ποινικοποιούμαι — φωνάζω — στραβοπατάω — καβαλάρισσα — ικτίς — γύναικόσογο — εκπόνηση — συμμετοχικός — αυτοδύναμος — αλβανικά — γοργάδα |
|||