Новогреческий словарь
ατσάλι
ατσάλι
το
сталь
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
сталь
? —
ατσάλι
как с
(ново)греческого
переводится слово
ατσάλι
? — сталь
#
(ново)греческий словарь
—
Μεξικάνή
—
άπταιστος
—
ξετιμώ
—
εκγράφω
—
συμβιβάζομαι
—
κουνιέμαι
—
παρενοχλητικός
—
όφιος
—
αμαξάς
—
λαγωνίκα
—
βεβαιωτικός
—
πολυομβρία
—
σκάβω
—
αμμιά
—
εθνοπρόβλητος
—
μάρσιππος
—
αραξοβολώ
—
επανορθώτρια
—
αραριά
—
νυκτερίς
—
αναιμωτί
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,