|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αχρεωστήτως? — — θεματογραφω — κύκλωση — εξονυχιστήριο — επτάτονος — μονιμότητα — μολυβάκι — χαριτολόγημα — σωκάρδι — ισοϋψής — αδικοβγάλτρια — τρανταχτός — συνθέτω — άπληστος — πυτίνη — φριμάσσομαι — θαυμαστικό — σκληροκάρδιος — εμπτυσμός — άγω — γλυκόλογο — εκπορίζομαι |
|||