|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово συβαρίτισσα? — — διακυβεύω — κράνι — αληθοέπεια — ακουλούμιαστος — Φαίακες — υποκαίω — στενόκωλος — αγνώριστος — ιδιοσυγκρασία — ατέρμων — γομαράγκαθο — απιοειδής — πρόσχημα — πλήν — μπαγλάρωμα — μονοτονικός — χαϊμαλί — φελπεδένιος — υπουργοποιούμαι — εθνοκρατισμός — αυτοκολακεία |
|||