|
η физ., тех., перен. поляризация #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово поляризация? — πόλωση как с (ново)греческого переводится слово πόλωση? — поляризация — συλλέκτρια — ουλτραμοντέρνος — διακορεύω — ράφι — κάπων — γενναιοδωρία — καρπούζι — λοφοσειρά — αυτοκυβερνιέμαι — παραλληλόγραμμο — αποκρατικοποιούμαι — σελλάς — υψώνομαι — ταξιδεύω — παννάδα — κομψοτέχνης — απονήωση — ασοβάτιστος — σειριά — εκμάθηση — φιλοπερίεργος |
|||