|
ο рел. благовещение #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово благовещение? — Ευαγγελισμός как с (ново)греческого переводится слово Ευαγγελισμός? — благовещение — σαμαρωμένος — τελειωμένος — ανθοκομώ — ιονισμός — φραγκοράφτης — ραβδισμός — απόκοντα — δεκάρχης — αιμόχροος — χαλκοπράσινος — ευμετάδοτος — σπληνιάρης — μεταλλόφωνο — υπερορία — τεφροδόχος — σκοτώνομαι — αδελφοσύνη — άνωρα — τυλίγομαι — προσποιητός — ξυλοκρέβατο |
|||