Новогреческий словарь
ασυνάχωτος
ασυνάχωτ|ος
не заболевший или
не заболевающий насморком
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
не заболевающий насморком
? —
ασυνάχωτος
как с
(ново)греческого
переводится слово
ασυνάχωτος
? — не заболевающий насморком
#
(ново)греческий словарь
—
τηλεόραση
—
κατάπλασμα
—
αρχαιομώθεια
—
σαβουράδικο
—
σκιρτώ
—
χιονοστρόβιλος
—
γύφταρος
—
εντεριώνη
—
κοντούτσικος
—
φιλοαριστερός
—
κυττάζω
—
φιλαδελφία
—
ωρολογοποιείο
—
ανθοστόλιστος
—
μητραλοίας
—
μελανείμων
—
καμηλιέρης
—
ενδόσιμος
—
αναπόγραφος
—
προπονητής
—
επισφάλεια
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве