|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μακέλεμα? — — οποτεδήποτε — κορδωμένος — Έριδα — κινητοποίηση — απάδων — κοσσίζω — αδιαφορώ — υδρόμυς — κοντόφθαλμος — εμάς — κουκουές — τραυώ — αυτοτιμωριέμαι — φαλαινοκαρχαρίας — αντίβαρο — συγκυριακώς — μετατροπή — επίμαχα — υστεροχρονολογία — μυκτηρίζω — εξειδικεύομαι |
|||