Новогреческий словарь
αυτοπεψία
αυτοπεψία
η мед.
аутопепсия
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
аутопепсия
? —
αυτοπεψία
как с
(ново)греческого
переводится слово
αυτοπεψία
? — аутопепсия
#
(ново)греческий словарь
—
καλοθυμούμαι
—
ποιμνιοστάσιο
—
αναλογικός
—
νεκρόπολη
—
χημισμός
—
επιφάνεια
—
αιθιοπικός
—
σκουπιδιάρα
—
λεσιάρης
—
τσίνισμα
—
φέρσιμο
—
πλινθίον
—
οκλαδίας
—
ανδροπρεπής
—
καρδιοπονώ
—
ζωντάνια
—
αρσενικός
—
επιβίωση
—
λαρύγγι
—
ρωμαντζ
—
γουστάρω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве