|
(-ωνος) ο мор. фор-бомбрамсель #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово фор-бомбрамсель? — φώσων как с (ново)греческого переводится слово φώσων? — фор-бомбрамсель — υπερπροστατεύω — ψιχαλητό — τζόβενο — γλιστράς — μοναχιάζω — απριόνιστος — σουμπλιμές — θηρευτική — μεγιστοποιούμαι — πολύμορφα — πολυψήφιος — λιθοτομία — διαβούλευση — συμβατικά — αντιασφυξιογόνος — δυσκολοκίνητος — αμφίκρημνος — παρεισφρέω — αγγελοκρουσμένος — εκδρομέας — αμίμητος |
|||