|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αυτεπαγγέλτως? — — παραδώνω — λειψάρης — ευθυγραμμίζομαι — εκτατός — επιμεταλλωτικός — μετρίασμα — ναυσιβλάβεια — τέρπω — φαλαινίτης — λαθραναγνώστης — βάρυον — ενεργειοκρατία — αλατοπωλείο — κατσικούλα — ασπρολίθι — λαμνοκοπώ — ρίζι — σταχομαζώχτρα — κακογέννητη — γιαγιούλα — ξαναζεσταίνω |
|||