|
η сжижение (газов) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сжижение? — υγροποίηση как с (ново)греческого переводится слово υγροποίηση? — сжижение — λογικεύω — ελκωμα — ιδρυματοποίηση — βρωμόλογος — ωοτοκία — αρχαϊκός — εκθεσμος — αθρησκεία — πατάσσω — κλωστήρας — βραβεύω — διατύπωμα — τραγάνισμα — ανεμουρίζομαι — ξετυλίγομαι — εξωστήρας — αμετάβατος — κοντολογής — χειροτέχνης — χονδρομέταξα — ιδιαζόντως |
|||