|
αόρ. от επαναλέγω #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово επανείπον? — — ξεκαβαλλίκεμα — Ιαπωνία — πυροφωσφορικός — υπόλοιπος — ζιζανιοκτόνος — τύλιγμα — ψευδεπίγραφος — απομονωτικός — ζήτομαι — απονεκρώνομαι — τζιριτζάντζουλα — γυροβόλι — αμολόχα — δρυοβάλανος — γιορμάς — σιγηλός — απονέμω — εθνοφυλακή — περιχαράσσω — συντυχάννω — φεγγαρίστικος |
|||