Новогреческий словарь
αγγελοβλεπούσα
αγγελοβλεπούσα
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
αγγελοβλεπούσα
? —
#
(ново)греческий словарь
—
προγραμματισμα
—
νεοτερικός
—
Αμαζών
—
εγχειρησούλα
—
διαλεχτής
—
κροκέ
—
ανθοκήπι
—
ορμή
—
αντιπνέω
—
Αϊδημήτρης
—
κωμικοτραγωδία
—
βουνί
—
θερμικός
—
φακελοποιία
—
νωχέλεια
—
μισοανοιγμένος
—
λουφάζω
—
αναμικτήρας
—
σώτειρα
—
κόλπιος
—
Παναμέζος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве