|
η догматичность #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово догматичность? — δογματικότητα как с (ново)греческого переводится слово δογματικότητα? — догматичность — ομοιογένεια — δεματικό — βιβλιοδετείο — ρεφούζιο — σχόλαση — κλεισμένος — γαρδέλι — κόσσυβος — αμάδητος — χνούς — όσχεο — αναπαραγωγός — ναυτόκομπος — μάχομαι — ρεπανόσουπα — καρβουνέμπορος — πάκτωμα — νεκροφανής — δοκιμαστήριος — απαλλαξίδι — ιματιοθήκη |
|||