|
το конюшня, стойло #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово конюшня? — ιπποστάσιο как на (ново)греческом будет слово стойло? — ιπποστάσιο как с (ново)греческого переводится слово ιπποστάσιο? — конюшня, стойло — τζογάρω — χρυσοκόλληση — κορνιζοπώλης — απόηχο — τλήμων — κεντώ — τορπιλλοσωλήν — ασπρομαλλούσα — χρυσορρήμων — μετρογραφία — δόντι — σκνίπα — αποστεγνώνω — σύλλογος — δεκαπεντάμερο — ψιλικατζής — σιγομίλητος — δεκαπεντασύλλαβος — αναπόκτητος — σκαρώνω — τριανταφυλλόλαδο |
|||