υποβαλλόμενος

формы словаβ
υποβαλλόμενος



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово υποβαλλόμενος? —


μαθηματικήαβόλευτοςπρωτοβγαίνωζαχαροθήκηθεσπέσιοςεκφαυλίζωχορόδραμααθρόοςχρησιδάνειοολόφωτοςδιάπραξηβαγονέττοαποστερεύωβιάζομαιμετατροπέαςμασητηριοςπισινούληςνωτιάςπερίφημοςκοντόσωμοςγνωμάτευμα




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit