|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово υποβαλλόμενος? — — μαθηματική — αβόλευτος — πρωτοβγαίνω — ζαχαροθήκη — θεσπέσιος — εκφαυλίζω — χορόδραμα — αθρόος — χρησιδάνειο — ολόφωτος — διάπραξη — βαγονέττο — αποστερεύω — βιάζομαι — μετατροπέας — μασητηριος — πισινούλης — νωτιάς — περίφημος — κοντόσωμος — γνωμάτευμα |
|||