Новогреческий словарь
ατμάκατος
ατμάκατ|ος
η
паровой катер
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
паровой катер
? —
ατμάκατος
как с
(ново)греческого
переводится слово
ατμάκατος
? — паровой катер
#
(ново)греческий словарь
—
περικαλώ
—
μαργαρένιος
—
νευροπληξία
—
εορταστής
—
ινίνη
—
μοναστής
—
αηδονολαλήτρα
—
φιλοκέρδεια
—
ομματόφυλλα
—
ανοισχυντία
—
φωνητήριος
—
κιναιδισμός
—
πικέττο
—
διμηνία
—
λιγδιάρικος
—
κυκλοφορία
—
λιανοπουλητής
—
αδαμάλιστος
—
πάπυρος
—
αθλοθέτης
—
αέρια
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве