Новогреческий словарь
τριανταφυλλόλαδο
τριανταφυλλόλαδο
το
розовое масло
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
розовое масло
? —
τριανταφυλλόλαδο
как с
(ново)греческого
переводится слово
τριανταφυλλόλαδο
? — розовое масло
#
(ново)греческий словарь
—
ανακαταλαμβάνω
—
συνεταιρισμός
—
ενάνθρακος
—
πολυσχιδώς
—
χόρδισμα
—
πουλώ
—
φίλη
—
φέτα
—
σκαμπανέβασμα
—
ανωριμότητα
—
γλυκόνεράντζι
—
ασπάραχτος
—
φαρμακάδα
—
πλύνομαι
—
μυθιστορία
—
αναρίγισμα
—
διανοητικός
—
νόθος
—
αντέχω
—
υπερδομή
—
κότα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,