|
ο сарган (рыба) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сарган? — σάργος как с (ново)греческого переводится слово σάργος? — сарган — σταύρωμα — αξονομετρικός — ασύμφυτος — θρησκευόμενος — Ρωμαία — αεριτζίνα — ξεστηθώνω — θρομβολυτικό — χνουδίζω — σοσιαλδημοκρατικός — ακοντισμός — κεραμίστας — φραντζολίτσα — ψιακάτης — οληνυχτίς — διαπυούμαι — γουρουνοτσάρουχο — γεωκτήμων — φατνικός — κολπίτιδα — εύοσμος |
|||