Новогреческий словарь
γάλλος
γάλλ|ος
ο
индюк
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
индюк
? —
γάλλος
как с
(ново)греческого
переводится слово
γάλλος
? — индюк
#
(ново)греческий словарь
—
μικροσεισμοί
—
λυσσαλέος
—
λεμβόζευκτος
—
παιδεμένος
—
διμηνία
—
κρασοπουλειό
—
ταμπούρι
—
λαϊκότητα
—
ενσφηνώνω
—
υπομνημάτιση
—
προσκομιδή
—
εξοχάς
—
επαγωγή
—
προσωπικώς
—
σείομαι
—
φυσιοδιφικός
—
διακονιάρος
—
ασυμβίβαστος
—
συννέφιασμα
—
πειραματισμός
—
επιστομίζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве