|
το самостоятельность, независимость #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово самостоятельность? — αυτοκέφαλο как на (ново)греческом будет слово независимость? — αυτοκέφαλο как с (ново)греческого переводится слово αυτοκέφαλο? — самостоятельность, независимость — μέ — ξυλόστρωτος — γεροντοκοριλίκι — επανίδρυσις — διέλευση — ντούζικο — γαμπριάτικος — εύζωνος — περιπατητής — μοντερνιστικά — σχολιαστικός — δέντρωνω — φαρμακοσυλλέκτης — ευθερμαγωγός — αρπάχνω — πρωθιέρεια — ψησταριά — εμπυριοθήκη — εικονολατρεία — εκτίθεμαι — μονοπυρήνωση |
|||