|
анаэробный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово анаэробный? — αναερόβιος как с (ново)греческого переводится слово αναερόβιος? — анаэробный — επιχάλκωση — ουρηθροσκόπιο — γκραβορίτης — άτοπο — υποχονδριάζω — εικοσιπεντύδραχμο — πανιερότης — αγκαλώ — ανίδρωτα — ρεβιθάδα — ανομοιογένεια — κατάργηση — ιδεατός — ψήνομαι — αλληλοφαγωμός — ανάγλυφα — δωδεκασύλλαβος — ολόφρεσκος — φαλτσοστέκα — εκκλησάκι — ενοικιάστρια |
|||