|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово βαν? — — απομαλλίδι — χεροβολιά — τραβιουμαι — υποβοηθός — ογκόλιθος — τοκολόγιο — γουστέρα — αγωγιμότητα — εισπνεόμενος — θεός — υπεροχή — κείτομαι — παρασκιά — εξημμένος — ηθητήρ — ξέγνοιος — οπότε — αυγοτέμπερα — πλουσιότατος — βεραντάκι — φουριόζο |
|||