|
седлать #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово седлать? — σελλώνω как с (ново)греческого переводится слово σελλώνω? — седлать — σαρακοστιάτικα — αποδεκάτισμα — γλίτωμα — κρατητά — ανοηταίνω — κωλοσέρνω — δισσκάπτω — πλύση — γιδόστρατα — συνεορτάζομαι — αρτυμα — ρυμούλκιο — ξενύχτιζω — ζυμάση — ρήγμα — φραίζα — γαλακτοποίηση — φλακή — λαμποκοπώ — ξερόχορτο — υπόστυλος |
|||