Новогреческий словарь
κατάπλασμα
κατάπλασμα
το
компресс
;
βάζω ~ — ставить компресс
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
компресс
? —
κατάπλασμα
как с
(ново)греческого
переводится слово
κατάπλασμα
? — компресс
#
(ново)греческий словарь
—
οικουρός
—
μηχανοθεραπεία
—
αντιμεταθέτω
—
διατομή
—
αμεμψίμοιρος
—
χειροπεδώ
—
εξιδρωτικός
—
ομόφωνα
—
πενταετία
—
κένωση
—
αρπάζομαι
—
ίσο
—
σιγμοειδής
—
μαλακοκαύλης
—
άνους
—
σωληνώνω
—
αλατοπηγία
—
αρά
—
ασσαλος
—
μισοπνιγμένος
—
σιδηροδοκός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве