αναστημόμετρο

формы словаβ
αναστημόμετρο
το ростомер



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово ростомер? — αναστημόμετρο
как с (ново)греческого переводится слово αναστημόμετρο? — ростомер


αλατοθήκηαναχρονιστικώςαρθρώνωξεδικιούμαιεξάστιχοςψυχαναλυτικόςαθέμελοςΨάθααυτοέπαινοςγρυλλίζωγρήγοροςαναποκατάστατοςδιεμβολήρωγμήινδονησιακόςευγλωττίααδελφομίκτηςβοϊδόγλωσσοχυλίζωτέλιγεννήτρα




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit