|
ο слюна #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово слюна? — σίελος как с (ново)греческого переводится слово σίελος? — слюна — καταπάτηση — αναξυρίδα — ανους — ψάρεμα — οινοειδής — βαλμάς — συννέφιασμα — αποσκλήρυνση — υποδαυλισμένος — έζευξα — κατρακύλημα — εκπαρθένεση — αεροβάτης — κειμηλιάρχης — κοκκινόκωλος — ρομαντικός — εξαδακτυλία — λινοτύπης — καταπράσινος — βροτολοιγός — αναβολιά |
|||