δενδροκαλλιέργεια

формы словаβ
δενδροκαλλιέργεια
η выращивание деревьев



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово выращивание деревьев? — δενδροκαλλιέργεια
как с (ново)греческого переводится слово δενδροκαλλιέργεια? — выращивание деревьев


πρωτομαγιάτικασχοινοσυντρόφισσαγράμμαψυχολογούμαιβαγκόν-λίδιώκωάπρεποςαναπτερώνωαγριολούλουδομυστικόςαπειρίαχρυσοστέφανοςδιυλιστήραςμελισσουργόςχάψιμοκουμπάροςνοομάντήςμεγαλομανήςαυτοσυντηρούμαιπαρατηρούμαιτριζάτος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit