|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово παρωνύμιο? — — ανορεξία — αλβανικά — βοηλάτης — λογχοφόρος — συκεών — στηθόδεσμος — αρωματοποιείο — ελαττώνομαι — ρεπούμπλικα — μπουρζουάζικος — πολυεθνικός — μαρκονιστής — αρθρίδιο — γραφιστική — αξεπλήρωτος — πάρωρα — αιώνια — νταουλιάζω — αμόλυντα — πράττω — κομπιάζω |
|||