|
убегаю #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово γλιτώνω? — — αποδεδειγμένος — λογούδικο — γκροτέσκο — αμφότεροι — μεταπίπτω — αρχιγονία — αργαστήρι — μοιραστής — γραμματοσήμανση — πραγματικά — ξεμυγιαστήρι — μπαλταδιά — γυαλάς — συνομοσπονδία — ηλιοχημεία — αλογόνος — συμφοίτηση — αλέκτωρ — εμφρακτήρ — τσοπαναριό — τέννις |
|||