|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σουιετενία? — — ρίζωμα — παραδειγματίζω — αποβατικός — αψιθυμία — ξακουστός — ζαλώνομαι — Βέλγος — μεσίτης — αλληλοσπαράσσομαι — βομβακοειδής — ψυχωσικός — μανιάζω — μονοετής — ευλαβούμαι — εικονοθραύστης — αλάκιστος — κεφαλαιώδης — απόσχιση — νοημοσύνη — αδιπλασίαστος — καφάσι |
|||