|
Монголия #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово Μογγολία? — — αργοπατώ — φτωχομάννα — συχνότητα — οστρακώδη — μπανίζω — φιλοτιμούμαι — τοκάς — βρυάζω — γλυκόνεράντζι — απερίφραστος — προωθητικός — ενύπαρξη — διάχωμα — δραστηριοποιούμαι — εξαγνιστικός — θνησιμαίον — ενδώσμωσις — ασβεστοχρίω — δικτυωτό — δόξα — ακροώμαι |
|||