|
биться крыльями (о птицах) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово биться крыльями? — φτεροδέρνομαι как с (ново)греческого переводится слово φτεροδέρνομαι? — биться крыльями — συναποκομίζω — δήγμα — γοητευμένος — ανθρωποπλημμύρα — ακατάστατα — τοσούτσικος — ακρότομος — αβρεξιά — εβραϊσμός — ζαλικώνω — αμαγγάνιστος — πνιγηρός — σύναπάντηση — γλυκοθωράω — υποβόσκω — ανθοκήπιο — ρόβι — άψε — απόγι — γελάω — αποπίπτω |
|||