|
краснолицый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово краснолицый? — ερυθροπρόσωπος как с (ново)греческого переводится слово ερυθροπρόσωπος? — краснолицый — εγκιβωτίζω — φωτογραφία — κλέπτω — τριπλάσιος — συνεβγαλτής — μαλαφράντζα — εγχώριος — παρερμηνεία — σιούτος — πτερώνω — βεργόλιγνος — φατνιορραγία — αφόπλιση — συνεορτάζω — υπανδρεύω — κλωστοϋφαντικός — γλιστρολογώ — εγκατοίκηση — πανικός — μονάκριβος — ντοματούλα |
|||