|
ο мор. протрактор #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово протрактор? — γωνιολάβος как с (ново)греческого переводится слово γωνιολάβος? — протрактор — ηγούμενος — ξυρίζω — λάσσο — θυμάμαι — απείσμωτος — ατάϊστος — μήλίγγι — παστό — αναδρομάρης — υπογραμμισμός — κλαασικισμός — φιλοτεχνικός — μουλαρόδρομος — αναβρυτήριο — γονάτισμα — κουμπουλιά — εποφθαλμιώ — σαλό — σκιερότητα — αισχροκερδώ — αμεταπώλητος |
|||