|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αξιόπρεπος? — — χρησμός — φολλολόγημα — γόσμα — πυκνόμετρο — ημιμάχιμος — λυπημένος — γυψοκάμινος — υποδιεύθυνση — αφόντας — εφτάρι — μουνίτσα — αρμολόγος — αγριελιά — φράγκικα — αυτοακρωτηριάζομαι — στρατιωτικο — τελειότητα — ενδέκκριση — απειλώ — διακαίω — χτυπητός |
|||