|
ο мор. параван #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово параван? — παραπλωτήρ как с (ново)греческого переводится слово παραπλωτήρ? — параван — μπολερό — ηλεκτροστατικός — φανταστός — ασηπτικός — αδιαπόρθμευτος — πολίτισσα — επιστάτης — παραμέρισμα — κινηματογραφία — τσουχτερός — ντροπιάρης — πηλοβατίς — καταπράϋνση — χαϊδεμένος — καραβόσκυλο — σπηλαιώδης — αποκασμού — προγενέστερος — εντροπιάζω — αρματομαχώ — κληρικισμός |
|||