|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово εκθετήριο? — — ενεπάγην — γαστρώνω — αλληλοδιαψεύδομαι — μικροϊδιοκτησία — υαλοποιείο — βαθυστόχαστος — απολειτουργώ — συνυπολογίζω — εργοδότις — εγχώριος — εφοαλωτός — δεκατημόριο — περικόχλιο — αγρανάπαυση — κοίλωμα — πλευροκοπώ — εξάλμιση — διαβαίνω — ελλειμματικά — θρακιάς — πετσοκοφτώ |
|||